του Ξενοφώντα Βαΐζογλου
Πάνε χρόνια τώρα που όλα εκείνα τα παλιά έμειναν στο βυθό της λίμνης. Τα πέτρινα και πλίνθινα σπίτια, το σχολείο, η εκκλησία, οι γειτονιές μας. Μαζί και τα παιδικά μας ξεφωνητά, τα παιχνίδια, οι φωνές και η αγάπη των μανάδων μας, οι εικόνες των πατεράδων με την κούραση αλλά και τη γαλήνη στο πρόσωπο, οι παππούδες μας στον φθινοπωρινό ήλιο να κάθονται και να μιλούν για τα τόσα και τόσα που πέρασαν, γνώρισαν και έζησαν. Ακόμη και το μεγάλο μας ποτάμι, ο Αλιάκμονας, με τις λεύκες και τα πουλιά, έσβησε κι αυτός, στο πλατύ γαλαζοπράσινο υδάτινο κόσμο, που σκεπάζει πλέον την κοιλάδα.
Σκαρφαλωμένο τώρα στην κορυφή του λόφου το χωριό μας, μαζί και εμείς, παρασυρμένοι, από τις ανάγκες και τους ρυθμούς της καθημερινής μας ζωής, σκόρπιοι από εδώ κι από κει , σε μεγαλύτερες ή κοντινές ξενιτιές , κοντοστεκόμαστε φορές κι αφήνουμε τη νοσταλγία σε ενός λεπτού σιγή, να ξαναζήσουμε μέσα μας στιγμές, από εκείνη τη ζωή που πήρε η Νεράϊδα μας, η δική μας Νεράϊδα στο βυθό της λίμνης. Μόνος ο καθένας, σαν σε μια σιωπηλή προσευχή.
Όμως η ζωή θέλει τους ανθρώπους μαζί. Να μοιράζονται τις χαρές και τις λύπες, τα εύκολα και τα δύσκολα, το μόχθο και τη σχόλη. Η ζωή είναι μια συνέχεια, σαν εκείνο το ποτάμι των παιδικών μας χρόνων. Είναι καιρός όλοι όσοι απόμειναν από τους ηλικιωμένους, εμείς που μεγαλώσαμε πια από τους νεώτερους, τα παιδιά και τα εγγόνια μας που δεν γνώρισαν την Νεράϊδα του Βυθού, να συναντηθούμε και να θυμηθούμε. Όχι ως επιμνημόσυνη δέηση, αλλά ως στιγμή μιας νέας γνωριμίας και επανασύνδεσης, να θυμηθούμε εμείς, να γνωριστούν τα παιδιά μας.
Είπαμε λοιπόν να ξανακτίσουμε, νοητά την παλιά γέφυρα των παιδικών μας χρόνων και να συναντηθούμε τον Αύγουστο . Να μιλήσουμε, να αγκαλιαστούμε, να θυμηθούμε, να χαρούμε και να γιορτάσουμε μαζί. Να μην χαθούν οριστικά, αυτά που έχουμε μέσα μας. Να αφήσουμε στη γαλήνη τους εκείνα, που έτσι κι αλλιώς θα μείνουν για πάντα κάτω από τα νερά, να τα προστατεύει η καλή μας Νεράϊδα και εμείς να διασώσουμε, όλα εκείνα που μένουν ανεξίτηλα στα μάτια της ψυχής μας.
Ο χαιρετισμός της συγχωριανής μου Χρυσάνθης Σταμκοπούλου Ντουβαρτζίδου στην συνάντηση των Νεραϊδιωτών,
Ξενοφώντας Βαΐζογλου